Tι θα ισχύσει από την 1η Ιανουαρίου 2024 με το «φορολογικό πακέτο Μητσοτάκη»
Από την 1η Ιανουαρίου 2024, δηλαδή σε 6 μήνες από τώρα, μισθωτοί, συνταξιούχοι και κατ’ επάγγελμα αγρότες θα δουν το διαθέσιμο εισόδημά τους να αυξάνεται μέσα από το «φορολογικό πακέτο Μητσοτάκη» που θα τεθεί πολύ υψηλά στην ατζέντα μιας νέας διακυβέρνησης από τη Νέα Δημοκρατία. Η αύξηση του αφορολόγητου ορίου κατά 1.000 ευρώ για πάνω από 700.000 φορολογουμένους θα κατέχει περίοπτη θέση στο πρόγραμμα των «πρώτων 100 ημερών διακυβέρνησης».
Πρακτικά, με την αύξηση αυτή το αφορολόγητο όριο θα διαμορφωθεί σε:
■ 10.000 από 9.000 ευρώ που ισχύει σήμερα για φορολογουμένους με ένα εξαρτώμενο τέκνο.
■ 11.000 από 10.000 ευρώ για τους φορολογουμένους με δύο παιδιά.
■ 12.000 από 11.000 ευρώ για όσους έχουν τρία εξαρτώμενα παιδιά.
■ 13.000 από 12.000 ευρώ για τους φορολογουμένους με τέσσερα εξαρτώμενα παιδιά.
Για τους φορολογουμένους χωρίς παιδιά το αφορολόγητο όριο παραμένει στα 8.636 ευρώ. Πιο αναλυτικά, το όφελος είναι ότι θα μειωθεί, από το επόμενο έτος, η παρακράτηση φόρου εισοδήματος από τους μισθούς και τις συντάξεις όσων οικογενειών έχουν ένα ή περισσότερα τέκνα. Ειδικότερα, η παρακράτηση φόρου εισοδήματος θα μειωθεί:
■ Κατά 90 ευρώ σε ετήσια βάση ή κατά 6,4 έως 7,5 ευρώ σε μηνιαία βάση για τους ιδιωτικούς και δημοσίους υπαλλήλους με ένα εξαρτώμενο τέκνο και ετήσιο ατομικό εισόδημα άνω των 10.000 ευρώ.
■ Κατά 220 ευρώ σε ετήσια βάση ή κατά 15,7 έως 18,33 ευρώ σε μηνιαία βάση για τους ιδιωτικούς και δημοσίους υπαλλήλους με δύο ή περισσότερα εξαρτώμενα τέκνα και ετήσιο ατομικό εισόδημα υψηλότερο των 11.000 ευρώ.
■ Για τους κατά κύριο επάγγελμα αγρότες οι παραπάνω ετήσιες μειώσεις των 90 και των 220 ευρώ θα γίνουν αντιληπτές το 2025 με την υποβολή και εκκαθάριση των φορολογικών δηλώσεων για τα εισοδήματα του 2024.
Για τους επαγγελματίες, θα νομοθετηθεί η σταδιακή μείωση του τέλους επιτηδεύματος των 400-650 ευρώ (που επιβάλλεται σήμερα σε περίπου 800.000 αυτοαπασχολουμένους) μέχρι την πλήρη κατάργησή του. Συγκεκριμένα θα προβλέπεται:
■ μείωση του τέλους επιτηδεύματος:
■ κατά 20% το 2025, από τα 400-650 στα 320-520 ευρώ,
■ κατά 30% το 2026, από τα 520 στα 224-364 ευρώ,
■ πλήρης κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος από το 2027.
Σημειώνεται ότι το τέλος επιτηδεύματος επιβλήθηκε στα χρόνια των μνημονίων σε επιχειρήσεις και επαγγελματίες ανεξάρτητα από το εάν έχουν κέρδη ή ζημιές. Η κατάργηση συστήνεται και από την Κομισιόν που υποστηρίζει την επανεξέτασή του, καθώς θα μπορούσε να βελτιώσει τη δομή της φορολογικής επιβάρυνσης των αυτοαπασχολούμενων, να ενθαρρύνει την εθελοντική φορολογική συμμόρφωση και να στηρίξει τις επενδύσεις.
Τα τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί ο αριθμός των επαγγελματιών που εξαιρούνται από το τέλος επιτηδεύματος. Σήμερα, εξαιρούνται από το τέλος επιτηδεύματος φυσικά πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα αλλά και όσες επιχειρήσεις αυξάνουν (σε σχέση με το προηγούμενο φορολογικό έτος) τον συνολικό χρόνο απασχόλησης των εργαζομένων τους, με σχέση εργασίας πλήρους απασχόλησης 1 έτους και για διάστημα κατ’ ελάχιστον για τρεις μήνες ετησίως.
Η απαλλαγή παρέχεται σε επιτηδευματίες και μικρές επιχειρήσεις με ακαθάριστα έσοδα έως 2 εκατ. ευρώ ετησίως.
Εξάλλου το νέο οικονομικό επιτελείο αναμένεται να προχωρήσει σε έλεγχο και καταγραφή όλων των φοροαπαλλαγών που ισχύουν σήμερα για να προσδιοριστούν το κόστος για τον Προϋπολογισμό και τα οφέλη και οι κατηγορίες των δικαιούχων. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Προϋπολογισμού, ο αριθμός των φοροαπαλλαγών ανέρχεται σήμερα στις 1.047, με το δημοσιονομικό κόστος τους να φθάνει στα 12,88 δισ. ευρώ.
Παράλληλα θα εξεταστούν και αλλαγές στα κίνητρα (έκπτωση φόρου) για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές και επέκταση των POS στο σύνολο της οικονομικής δραστηριότητας. Στόχος είναι να περιοριστεί ακόμα πιο πολύ η χρήση μετρητών στις καθημερινές οικονομικές συναλλαγές των φορολογουμένων και οι επιχειρήσεις να «περνούν» μεγαλύτερο μέρος του ημερήσιου τζίρου τους μέσα από τα μηχανήματα POS ή από άλλα μέσα ηλεκτρονικής πληρωμής.